"Στο φόρουμ μας, αναρτούμε ενημερωτικά θέματα, σχετικά με την ιστορία των Τριγλιανών προγόνων μας, για την ενημέρωση σας,
αφήνοντας ταυτόχρονα μία παρακαταθήκη πληροφοριών, για τις επόμενες γενιές."

Η Ραφήνα πριν από το 1923

Ξεκίνησε από Αντώνης Λαζαρής, 07 Ιουνίου 2012, 09:08:39 ΜΜ

« προηγούμενο - επόμενο »

0 Μέλη και 1 Επισκέπτης διαβάζουν αυτό το θέμα.

Αντώνης Λαζαρής

Αντώνης Λαζαρής

Ο Στάθης ο Δημητρακός σκέφτηκε, εδώ και καιρό, ότι θα ήταν μια καλή ιδέα να ασχοληθούμε για λίγο με το τη Ραφήνα πριν από την έλευση των προσφύγων το 1923.

Και ως μια καλή ευκαιρία νοερής επιστροφής στην Ραφήνα πριν από την έλευση των προσφύγων μπορεί, ενδεχομένως, να αποτελέσει το κέιμενο με τίτλο "Εντυπώσεις της ημέρας: ΑΤΤΙΚΑ ΚΤΗΜΑΤΑ" που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "ΕΜΠΡΟΣ" τον Ιούλιο του 1920.
Ο συγγραφέας του άρθρου αναφέρεται με το ψευδώνυμο "ΠΕΖΟΠΟΡΟΣ".

Επιστροφή, λοιπόν, στον μακρινό Ιούλιο του 1920.
Ο ελληνικός στρατός προελαύνει στο τουρκικό έδαφος.
Στην πρώτη σελίδα της εφημερίδας "ΕΜΠΡΟΣ"  αναγράφεται με μεγάλους πηχαίους διθυραμβικούς τίτλους:
"Ο ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΣΤΡΑΤΟΣ ΔΙΕΒΗ ΤΟΝ ΕΒΡΟΝ ΚΑΙ ΣΑΡΩΝΕΙ ΤΟΝ ΤΑΓΙΑΡ
ΟΙ ΤΟΥΡΚΟΒΟΥΛΓΑΡΟΙ ΣΥΝΤΡΙΒΟΝΤΑΙ ΕΝ ΜΕΣΩ  ΔΥΟ ΕΛΛΗΝΙΚΩΝ ΤΟΙΧΩΝ"


Η Ραφήνα ζει τη δική της ήσυχη ζωή και οι περισσότεροι κάτοικοι απασχούνται στο μεγάλο κτήμα του Αλέξανδρου Σκουζέ. Αρκετοί είναι και αυτοί που απασχολύνται στο μικρό της λιμάνι, που εξυπηρετούσε τόσο την διακίνηση των αλιευμάτων, όσο και την δικίνηση εμπορευμάτων και επιβατών προς την Εύβοια και τα κοντινά νησιά.   
Σε εσωτερική σελίδα δημοσιεύτηκε το άρθρο για τα "ΑΤΤΙΚΑ ΚΤΗΜΑΤΑ".
Καλή επιστροφή στο 1920 ....

"Επανέρχομαι δια μία φοράν ακόμα από μακρυνήν διαδρομή εις το μεγάλον κτήμα του Πικερμίου-Ραφήνας. Ποίος τεράστιος πράσινος πνεύμων διά την Αττικήν. Μπορεί να πει κανείς, ότι εκεί επρωτοφύτωσε το πεύκο της, το θαυμαστότερον εις την ομοιογενή οικογένειά του ανά τον πλανήτη μας. Οι αθηναίοι αγνοούν ακόμη τας αρετάς του μαγευτικού αυτού δάσους των ανατολικών και μεσημβρινών υπωρειών της Πεντέλης. Ποίος ξέρει πόσα χρόνια θα περάσουν έως ότου να κατασκευασθεί εκεί ένας ηλεκτρικός σιδηρόδρομος και να κτισθούν ξενοδοχεία, εστιατόρια, κιόσκια. Ο πανδοχεύς του Πικερμίου, κύριος Ευάγγελος Μουρίκης, είναι περιποιητικός και φιλοπρόοδος, εις δε την ακτήν της Ραφήνας αρκετά αυτοκίνητα καταλήγουν καθ' εκάστην, φέροντα εκδρομείς, οι οποίοι ελκύονται από τα θέλγητρα του μικρού όρμου. Το μέγα κτήμα ανήκει εις τον κύριον Αλέξανδρο Σκουζέν. Ολίγοι ιδιοκτήτες μεγάλων κτημάτων κατά το παρελθόν ηγάπησαν τόσον την ιδιοκτησία τους και εφιλοτιμήθησαν να αναπτύξουν την παραγωγήν με στοργικήν μέριμναν. Η ιδιωτική οδοποιΐα ίσως να μην ακμάζει εις κανένα άλλο κτήμα της Ελλάδας, καθώς εις το του Πικερμίου, του Δράφι, της Ραφήνας. Ο ιδιοκτήτης κατεσκεύασε και συντηρεί με ιδίας δαπάνας από το κέντρον του κτήματος προς τα διάφορα μέρη του, ήτοι προς το Ντράφι, τα Καλίσια, την Ταού Πεντέλην, το Γεροτσακούλι, την Μάνδραν Λιάκου, το Περιβολάκι, την Σκαλωσιάν, κ.τ.λ. καλούς δρόμους, τους οποίους χρησιμοποιούν και οι από τα πλησίον χωρία μεταβαίνοντες εις τα πέριξ του Πικερμίου κτήματα της μονής Πεντέλης προς καλλιέργειαν.
Εις τον όρμον της Ραφήνας  βλέπομεν την αυτήν μέριμναν του ιδιοκτήτου προς κατασκευήν έργων κοινωφελών. Ο λιμενίσκος Αραφήν προέρχεται από την πρωτοβουλίαν και την δαπάνην του κ. Αλ. Σκουζέ. Έκτισε και συντηρεί εκεί λιμενοβραχίονα εξήκοντα περίπου μέτρων μήκους, φθάνοντα εις βάθος  4  1/2 μέτρων της θαλάσσης. Συγκέντρωσε ούτως ο λιμήν της Ραφήνας την κίνησην πλοίων μεταξύ αυτού και των λιμένων της Ευβοίας Αλιβέρι, Μαρμάρι, Στούρα, Πεταλιοί, μέχρι Καρύστου, καθώς και πολλών σημείων της Κέας και τινών της άνδρου. Όλα τα μέρη αυτά συγκοινωνούν με την πρωτεύουσαν διά του λιμένος της Ραφήνας. Το δημόσιον ηναγκάσθη να ιδρύσει εκεί τελωνοσταθμαρχείον. Αλλά και μέγα μέρος της ερχομένης  εις τας Αθήνας ιχθυοπαραγωγής του Ευβοϊκού κόλπου κομίζεται διά του λιμένος της Ραφήνας. Καθ' εκάστην είκοσι, τριάκοντα καΐκια, συχνότατα δε και ατμάκατοι, καθώς και ατμόπλοια, ως λόγω χάρη η "Κάρυστος" του Τόγια και άλλα, αγκυροβολούν εις τον λιμένα, εξυπηρετούντα την συγκοινωνίας με τα αντικρινά μέρη..."

Τα ερωτήματα που γεννά η ανάγνωση του παραπάνω αποσπάσματος είναι σίγουρα πολλά.
Θα συνεχίσουμε την παράθεση κειμένων από παλιές εφημερίδες εκείνης της εποχής.

Αφιερωμένο εξαιρετικά στον Στάθη το Δημητρακό, τον εμπνευστή αυτού του άρθρου και εξαιρετικό συνταξιδευτή μας σε μακρινούς, αλλοτινούς, αλλά όχι ξεχασμένους καιρούς. 

Αντώνης Λαζαρής

Αντώνης Λαζαρής

Πολλά μπορεί κανείς να πει με αφόρμηση το παραπάνω άρθρο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα "ΕΜΠΡΟΣ" στις 12 Ιουλίου 1920.

Ας σταθούμε, μεταξύ άλλων, σε ένα ερώτημα που θέτει ο αρθρογράφος  :
"Ποίος ξέρει πόσα χρόνια θα περάσουν έως ότου να κατασκευασθεί εκεί ένας ηλεκτρικός σιδηρόδρομος και να κτισθούν ξενοδοχεία, εστιατόρια, κιόσκια".

Και μπορεί, βέβαια, ξενοδοχεία, εστιατόρια και κιόσκια να κτίσθηκαν αρκετά στο διάστημα των 92 ετών που μεσολάβησαν από τη συγγραφή του άρθρου, αλλά ο ηλεκτρικός σιδηρόδρομος ακόμα δεν ήρθε και έτσι όπως πάμε, θα αργήσει πολύ να έρθει.
Η τελευταία ευκαιρία χάθηκε πριν από 5-6 χρόνια και θα χρειαστεί να περάσουν ακόμα αρκετά χρόνια πριν να ξαναδοθεί μία νέα ευκαιρία.



Στάθης Δημητρακός

Στάθης Δημητρακός

Ας δούμε πώς ήταν η κατάσταση των τσιφλικιών της Αττικής λίγο πριν την έλευση των προσφύγων στα 1923.

Σε ένα από αυτά τα τσιφλίκια, στο τσιφλίκι του Αλέξανδρου Σκουζέ, θα εγκατασταθούν και οι πρόσφυγες από την Τρίγλια έπειτα από απαλλοτρίωση.

Πίνακας των τσιφλικιών  που υπήρχαν στα Μεσόγεια και τη Λαυρεωτική στην Αττική το 1917.


               

                ΔΗΜΟΣ           ΤΣΙΦΛΙΚΙ                ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ              ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΣΤΡΕΜΜΑΤΑ
                 Κρωπίας               Κάντζα               Καμπάς και Μάτσας                            -
                     »»                    Γιαλού                Καμπάς                                             2,5
                    »»            Χαρβάτι (Παλλήνη)      Μ.Δ Καλλιφρονάς                             15,5
                    »»               Κάτω Χαρβάτι          Ι.Βακαλόπουλος                               5,5
                    »»                    Βραώνα               Μονή Πεντέλης                                 30
                    »»                      Βάρη                 Μονή Πετράκη                                  30
                    »»                    Γέρακας               Μονή Πεντέλης                                 20
                    »»                    Πικέρμι                Αλ.Σκουζές                                       30 (ολόκληρο)
                    »»                    Ντράφι                  »»    »»   
                    »»                    Ραφήνα                  »»    »»    
                   »»                     Καρελλάς             Αφοί Θεοδωράκη                              6
                   »»                     Βουρβάς             Μονή Πεντέλης                                 35
             Θορικίων                Όλυμπος             Γ.Μαρκέλλος                                      8
                 »»                       Λογοθέτη           Αφοί Λογοθέτη                                 30
                 »»                      Λογοθέτη             Άρτεμις χήρα Τσίτσου                     2,5
                 »»                      Ανάβυσσος            Μονή Καισαριανής                            -
          Λαυρεωτικής             Αλεγρενά              Μονή Πεντέλης                                30

Πηγή: Κώστας Ν.Πρίφτης, Μονογραφία, Η γαιοκτησία στην Αττική:το πέρασμα από τους Τούρκους στους Έλληνες (Αναφορά στα Μεσόγεια)
(Από Θεωδορόπουλος Σπ., Το αγροτικό ζήτημα της Αττικής, Αγροτική Οργάνωσις 2-3-1919).

Αρχείο: Στάθη Δημητρακού


Στάθης Δημητρακός

Στάθης Δημητρακός

Ας δούμε πώς ήταν η κατάσταση των τσιφλικιών της Αττικής λίγο πριν την έλευση των προσφύγων στα 1923.

Σε ένα από αυτά τα τσιφλίκια, στο τσιφλίκι του Αλέξανδρου Σκουζέ, θα εγκατασταθούν και οι πρόσφυγες από την Τρίγλια έπειτα από απαλλοτρίωση.

Πίνακας των τσιφλικιών  που υπήρχαν στα Μεσόγεια και τη Λαυρεωτική στην Αττική το 1917.




Πηγή: Κώστας Ν.Πρίφτης, Μονογραφία, Η γαιοκτησία στην Αττική:το πέρασμα από τους Τούρκους στους Έλληνες (Αναφορά στα Μεσόγεια)
(Από Θεωδορόπουλος Σπ., Το αγροτικό ζήτημα της Αττικής, Αγροτική Οργάνωσις 2-3-1919).


Αρχείο: Στάθη Δημητρακού

alekostriglia

alekostriglia

ΣΤΑΘΗ ΚΑΛΟΣ ΕΙΛΘΕΣ ΣΙΔΕΡΕΝΙΟΣ

Στάθης Δημητρακός

Στάθης Δημητρακός

Στο βιβλίο του Κώστα Παπαγιάννη "Αττικοί περίπατοι", εκδοθέν υπό του οίκου Ελευθερουδάκη εν Αθήναις 1922, περιγράφεται η περιοχή της Ραφήνας πριν από την εγκατάσταση των Τριγλιανών προσφύγων:

"Η προς τα δεξιά διακλάδωσις μικρού τμήματος αμαξωτού δρόμου δύο περίπου χιλιομέτρων μας οδηγεί εις την παραλία Ραφήνα, απέναντι της Ευβοίας. Η τοποθεσία είναι χαριεστάτη. Ομαλή αμμώδης ακρογιαλιά εις σχήμα τόξου, περιστρεφόμενη από πυκνάς συστάδας θαλερών πεύκων, εξαπλώνεται κάτω από την καταπράσινην Πεντέλην, που προς το μέρος εκείνο βυθίζεται κάθετος εις την γαλανήν  θάλασσαν του Ευβοϊκού κόλπου. Ολίγα μικρά ψαράδικα σπιτάκια και μιαν μεγάλη οικοδομή, ξενοδοχείον, όπου ημπορεί να φάγη κανείς φρέσκα και νόστιμα ψάρια και να διανυκετρεύση οπωσδήποτε άνετα, αν  δεν είναι πολύ απαιτητικός. Και τον τελευταίον καιρόν γίνονται συχνότατα εκδρομαί εξ Αθηνών εις την δροσερήν Ραφήνα".   

Από το Αρχείο του Στάθη Δημητρακού

Στάθης Δημητρακός

Στάθης Δημητρακός

 

Ο Τάσος Ζάππας  στο βιβλίο του  « Αλιευτικό χρονικό του Ευβοϊκού» Αθήνα 1968, γράφει : « Καθώς μου είχε ιστορήσει ο τσιριγώτης Θεόδωρος Ζαντιώτης ο αρχικός λιμενοβραχίονας της Ραφήνας χτίστηκε το 1907 από τον μεγαλοκτηματία Αλέξανδρο Σκουζέ, στον οποίον ανήκαν μεγάλες εκτάσεις των αττικών πευκόφυτων παραλίων και της ενδοχώρας, που έφταναν ίσαμε το Πικέρμι. Το χτίσιμο του αρχικού μώλου, το είχε ζητήσει από τον Σκουζέ, ο βατικιώτης Κυριάκος Καπετανάκης για να αράξει τις τέσσερις τράτες του». Ο ίδιος σημειώνει : «Ο Θεοδ. Ζαντιώτης, σουστιέρης αρχικά και «περιλαβητής»ψαριών κατόπιν στάθηκε ο παλιότερος μόνιμος κάτοικος της Ραφήνας που γνώρισε πρόσωπα και πράγματα και έζησε από κοντά όλη την ιστορία και την εξέλιξη τούτου του μεγάλου λιμανιού του Ευβοϊκού από το 1909 που εγκαταστάθηκε εκεί ως το 1966 που πέθανε στη Ραφήνα». Ο Σκουζές είχε χτίσει σε σχήμα Γ και σε δύο διαφορετικές περιόδους το μοναδικό τότε μαγαζί, με δύο τρία δωμάτια ύπνου επάνω καθώς και ένα οικοδομικό μακρυνάρι βορειότερα, το σταύλο, νοικιασμένο σε κάποιο γέρο-Μασούρη. Το μαγαζί ήταν νοικιασμένο αρχικά στον Κων. Μπέκα από τα Σπάτα, υστερότερα στον Κυριάκο Καπετανάκη, κατόπι σε έναν Μαυρομμάτη που πούλαγε πρωτύτερα λουκούμια στην Αθήνα, κάτω από το κατάστημα του Δραγώνα κι έπειτα στους Μαρμαριώτες Παναγιώτη και Γεώργιο Παπανδρέου. Πριν φτιαχτεί το λιμάνι, οι ψαροπούλες και οι τράτες δε ζύγωναν ν' αράξουν στην Ραφήνα. Σαν φυσούσε φρέσκος αέρας, πήγαιναν νοτιότερα, στο λεγόμενο «αυλάκι του βοριά», που βρίσκεται σήμερα η κατασκήνωση των πετρελαιοειδών. Ο απάνεμος ορμίσκος επέτρεπε να αράζει κανείς με κάποια σιγουριά. Και από κει τα έφερναν στεριάς τα ψάρια με μουλάρι ή με σούστα. Με το νοτιά άραζαν στο «αυλάκι του σορόκου», στο ασκηταριό, που βρίσκεται στα νότια της Ραφήνας, πίσω από τον κάβο.
Ο δρόμος Αθήνας- Ραφήνας φτιάχθηκε πριν χτιστεί το λιμάνι. Τα αλειύματα που ερχόντουσαν από την Εύβοια τα παρελάμβαναν στη Ραφήνα οι εκπρόσωποι των εμποροψαράδων της αθηναϊκής ψαραγοράς, οι «περιλαβητές», καθώς είχε επικρατήσει να τους λένε.[...]. Όλη νύχτα το λιμάνι της Ραφήνας βροντολάγαγε από τον «κόπανο» που δούλευαν οι περιλαβητές να σπάζουνε πάγο για τα ψάρια, από τις φωνές αυτωνών και των σουστιέρηδων και από το χρεμέτισμα των αλόγων. Ακουγόνταν ακόμα οι φωνές των τσακαλιών-σωστή συναυλία- στα γύρω πευκοδάση. Μοναδικά μεταφορικά μέσα ήταν οι δίτροχες μόνιππες σούστες που κουβαλούσαν πάγο και ψάρια. Χιόνι συνήθιζαν να λένε τον πάγο. Η κάθε σούστα σήκωνε 8 κασέλες. Τις κολώνες του πάγου που φόρτωναν τις προστάτευαν με πριονίδι. Οι σούστες έφευγαν από την Αθήνα στη μία το μεσημέρι κι έφταναν στη Ραφήνα το βράδυ. Διάρκεια διαδρομής 4-6 ώρες. Ξεζέβανε στο σταύλο της Ραφήνας ως τα μεσάνυχτα που θα ξανάφευγαν. Οι σούστες αυτές, φορτωμένες με αλιεύματα την άνοιξη και το καλοκαίρι με ζέστη σταμάταγαν στην Παλλήνη (Χαρβάτι) και άλλαζαν άλογα. Όταν τα ψάρια ήταν λιγοστά κι η σούστα ήταν ασύμφορη, βάζανε σε πανέρια και φόρτωναν σε μουλάρια- σε δυο τρία διαδοχικά επίπεδα- και τα πήγαιναν στο Γέρακα για να τα φορτώσουνε στο πρωινό τρένο που ερχόταν από το Λαύριο. Κάποτε τα πήγαιναν και ως την Αθήνα με το μουλάρι! Το ίδιο γινόταν από τον Κάλαμο κι από άλλα αττικά παράλια. Αυτά γύρω στα 1907[...].

Τάσου Ζάππα «Αλιευτικό χρονικό του Ευβοϊκού», Μεταφορικά μέσα- Συντήρηση των αλιευμάτων σελ. 70-71.     



Στάθης Δημητρακός

Στάθης Δημητρακός



ΤΑΩ από τους λογίους,  ΝΤΑΟΥ από το λαό.


Εις το Πικέρμι θα σας δείξουν κάποιον μονοπάτι, μέσα σε πυκνότατον δάσος και απάνω από χαράδρας και βράχους. Αφού δε αφήσετε την Αγίαν Παρασκευήν, το παλαιόν Γενέσιον της Θεοτόκου, και προχωρήσετε ακόμη ολίγον, θα φθάσετε εις ωραίαν πλατανοβριθή ρεμματιάν, με αριστοκρατικής λεπτότητος μυρτιές και γραφικωτάτου σχήματος και χρώματος μονές πικροδάφνης . Αυτά ημερώνουν την ψυχήν και πλησιάζετε ποιητικώτεροι εις το ιστορικόν και τεχνικόν μυστήριον που ονομάζεται, Ταώ μεν από τους λογίους, Νταού δε από τον λαόν.
[...] Το ιδιόρρυθμον οικοδόμημα έχει και έναν περίεργον πύργον, με κρυψώνα και επτά περεκκλήσια και ό,τι άλλο θέλετε[....].
Οπωσδήποτε έχει και τόσα άλλα μυστηριώδη το οικοδόμημα αυτό, προ του οποίου στεκόμεθα έκθαμβοι- ακόμα και γυναικωνίτιν έχει εις τα βουνά εκεί που ευρίσκεται!

Αποσπάσματα από το βιβλίο του Δ.Γρ. Καμπούρογλου «Ο Αναδρομάρης της Αττικής», Η ΤΑΩ, σελ.70-71,  Εκδότης  Μιχαήλ Σ. Ζηκάκης, Αθήναι 1920, Ανατύπωση Αναστατικές Εκδόσεις Διονυσίου Νότη Καραβία. 
       

Στάθης Δημητρακός

Στάθης Δημητρακός

 Ο Αναδρομάρης

Οι ιδρυταί Μονών κατά τους χρόνους της δουλείας, ήσαν πρόδρομοι των σημερινών ευεργετών. Εις τας Μονάς τα γράμματα, αι τέχναι, η περίθαλψις, το μπαρούτι. Υπάρχουν ιδρυταί νέων όλως Μονών, ιδρυταί εκ βάθρων παλαιών που κατεστράφησαν, ανακαινισταί ερειπωθείσης και επαυξηταί  μικροτέρας.
Πολλάκις ιδρυταί είναι και ομάδες και συντεχνίαι και κοινότητες ολόκληροι, ερχόμεναι συνήθως συναρωγοί εις το έργον των ολίγων ή του ενός.
Εις τας εικόνας και εις τους τοίχους των ναών, εις τους κώδικας των Μονών και εις τα Πατριαρχικά ή άλλα επίσημα έγγραφα, απαντώμεν τα ονόματα των φιλοθρήσκων και φιλανθρώπων ιδρυτών τούτων.
Δεν υπάρχει όμως ίσως παράδειγμα άλλου, όστις να εκοπίασε και να εδαπάνησε δια τοιαύτα έργα, όπως ο Αναδρομάρης.
Ούτω, ο Δημήτριος Αναδρομάρης και ο Ιωάννης Αλεξηνάς, λέγει ένα Πατριαρχικόν γράμμα του 1614, «προ χρόνων ουκ ολίγων», θείω ζήλω κινηθέντες ανήγειραν εκ βάθρων την Ταώ (πρόκειται βεβαίως περί των ανακαινίσεων του 1558).
Ο θείος όμως ζήλος φαίνεται ότι ώθησε τον Αναδρομάρην ώστε να μεταλλάξη και το ανθρώπινόν του σχήμα και να λάβη το αγγελικόν. Ούτω γίνεται μοναχός και από Δημήτριος μετονομάζεται Δαβίδ, αλλά και από Αναδρομάρης εξαρχαΐζεται εις Αναδρομέα. Ως τοιούτος δε πλέον φέρεται, ως πολύ κοπιάσας και δαπανήσας , δια την επί του Πεντελικού επίσης Μονήν του Αγίου Νικολάου στα Καλήσια.
Αλλά δεν μένει, φαίνεται, ούτε εκεί, αλλ' εφησυχάζει εις το πλησίον πως της Μονής Ταώ μονύδριον του Γενεσίου της Θεοτόκου – ιδιοκτησίας μάλιστα των προγόνων του- το οποίον [...]μετωνομάσθη Αγία Παρασκευή[...].


Απόσπασμα από το βιβλίο του Δ. Γρ.Καμπούρογλου «Ο Αναδρομάρης», Στα Βουνά, σελ.102-103, Εκδοτικός Οίκος Γεωργίου Φέξη, Εν Αθήναις 1914, Αναστατικές Εκδόσεις Βιβλιοπωλείο Διονυσίου Νότη Καραβία.

Στάθης Δημητρακός

Στάθης Δημητρακός

Ο πεύκος που βογγούσε

Σκεπασμένον από σκοτεινά δάση, μεταξύ χαραδρών και χειμάρρων, μέσα στα βάθη του Πεντελικού, κρύπτεται ένα ερειπωμένον μυστήριον.
Η γνωστή μας Μονή Ταώ.
Δεν θα ομιλήσωμεν δια το μυστηριώδες αυτό οικοδόμημα σήμερον, αλλά δια την απότομον εξαφάνισιν της ζωής του- ζωή του μοναστηριού είναι οι καλόγηροι- εις μιαν και μόνην νύκτα.
Ευρισκόμεθα περί το έτος 1770. Ήτο Πάσχα. Το μεσονύκτιον εσήμανεν. Όλοι οι καλόγηροι- περισσότεροι των 100-ανεβοκατέβαζαν τας αναμμένας λαμπάδας των και έψαλλαν το Χριστός Ανέστη, ενώ τα σήμαντρα εξαπέστελλον τους χαρμόσυνους ήχους των από του ύψους του μεγάλου ναού της Μονής εις τας κοιλάδας, αγγέλοντα, ότι ο νέος Θεός «ου τέθνηκεν».
Έξαφνα πειραταί Αλγερινοί, αφού έδεσαν τα πλοία των εις της Ραφίνας τον όρμον και επροχώρησαν απαρατήρητοι μεσ' από δάση και βράχους, εισεπήδησαν εντός της Μονής και κατέσφαξαν όλους τους καλογήρους, λεηλατήσαντες κατόπιν την Μονήν, και πριν να ξημερώση έφυγαν, δια να συνεχίσουν το έργο των εις τα παράλια της Αττικής, που τα είχαν ρημάξει.
Κρυπτόμενοι πίσω από ξερονήσια και από βράχους και βοηθούμενοι από το σκότος της νυκτός έπλεον με γεμάτα τα κόκκινα πανιά των, και αν εννοούσαν ότι κάποιος πύργος εκ των υψωμένων κατά διαστήματα από του Πειραιώς καθ΄όλην την παραλίαν της Αττικής τους είδε και άναψε τον συνθηματικόν πυρσόν του, ανήγοντο εις το πέλαγος αναβάλλοντες την επίθεσιν.
Έτσι λοιπόν εσφάγησαν οι καλόγηροι της περίφημου και πανάρχαιας Μονής.
Ο ηγούμενος προσεπάθησε να διαφύγη, αλλά συλληφθείς έξω του περιβόλου εσφάγη και αυτός πλησίον πελώριου πεύκου, όπου ευρέθη την επομένη το πτώμα του από χωρικούς.
Ο θρύλος των αιώνων, τα μεσάνυκτα που περιέρχεται όλα τα ερείπια της ακμής που εχάθη, ήκουε τακτικά τα βογγητά του ηγούμενου που εσφάγη, να βγαίνουν από τις ρίζες του πεύκου και τα ήκουεν επί μακρόν σειράν ετών, και ηπήντα εις την σκιάν, ότι δια την εκδίκησιν που ζητεί δεν δύναται να του την  δώση ακόμη.
Είναι  λίγα έτη όμως που ο πεύκος δεν βογγά πλέον...Μαζί με τόσα άλλα δένδρα τον έκαψαν και αυτόν. 

Απόσπασμα από το βιβλίο του Δ. Γρ. Καμπούρογλου «Ο Αναδρομάρης», Στα Βουνά, Ο πεύκος που βογγούσε, σελ.103-104, Εκδοτικός Οίκος Γεωργίου Φέξη, Εν Αθήναις 1914, Αναστατικές Εκδόσεις Βιβλιοπωλείο Διονυσίου Νότη Καραβία, Αθήνα.